Σπαθάρης, Σωτήρης — Καραγκιοζοπαίχτης (1895 1974). Ο Σ., που συγκίνησε ιδιαίτερα τον Άγγελο Σικελιανό, έπαιζε Καραγκιόζη στην Αθήνα και στα προάστια και θεωρείται κορυφαίος καλλιτέχνης του είδους. Για το θέατρο των σκιών έγραψε διάφορα έργα, εμπνευσμένα συχνά από… … Dictionary of Greek
Σπαθάρης — Επώνυμο ελληνικής οικογέναας στρατιωτικών και λογίων. 1. Νικόλαος. Φιλόλογος και θεολόγος (1625 1708). Διορίστηκε γραμματέας στην υπηρεσία του οσποδάρου Στέφανου της Μολδαβίας, αλλά σύντομα αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη θέση του για πολιτικούς… … Dictionary of Greek
Κάτω Σπάθαρης — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 210 μ., 7 κάτ.) στην πρώην επαρχία Γορτυνίας του νομού Αιτωλοακαρνανίας. Βρίσκεται στο βορειοδυτικό άκρο του νομού, 100 χλμ. ΒΔ της πόλης της Τρίπολης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Τροπαίων … Dictionary of Greek
Μουσείο, Σπαθάρειο Θεάτρου Σκιών Δήμου Αμαρουσίου — Εγκαινιάστηκε τον Ιούνιο του 1995 σ’ ένα νεοκλασικό κτίριο στο Μαρούσι (Βασιλίσσης Σοφίας & Δημητρίου Ράλλη), στην ίδια πλατεία (Κασταλίας) όπου το 1942 ξεκίνησε την καριέρα του ως καραγκιοζοπαίχτης ο Ευγένιος Σπαθάρης. Είναι ένα μουσείο μοναδικό … Dictionary of Greek
μαυρογένης — Επώνυμο επιφανούς οικογένειας από τις Κυκλάδες, η ακμή της οποίας τοποθετείται στα μέσα του 18ου αι. Πολλά μέλη της υπηρέτησαν τους Τούρκους και διορίστηκαν σε ανώτερα αξιώματα. 1. Αλέξανδρος (τέλη 19ου – αρχές 20ού αι.). Γιος του Σπυρίδωνα (11.) … Dictionary of Greek
Κασιάνης, Ελευθέριος — (Τραπεζούντα 1918 –). Συγγραφέας. Σπούδασε στη Μεγάλη του Γένους Σχολή της Κωνσταντινούπολης, στο Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών και στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Έργα του είναι: Τούρκοι πέρασαν, Χαλασμός! (1955), Η Καλλιθέα, σελίδες από την ιστορία της… … Dictionary of Greek